Εξέταση και διάγνωση του HIV
Η εξέταση για τον HIV είναι ο μόνος τρόπος να μάθουμε αν ένα άτομο έχει έρθει σε επαφή με τον HIV. Η τακτικότητα της εξέτασης σε σεξουαλικά ενεργούς ενήλικες είναι σημαντική για:
Nα διαγνωστούν έγκαιρα και να λάβουν θεραπεία
Nα έχουν βελτιωμένη υγεία μακροπρόθεσμα
Nα μειωθεί ο κίνδυνος μετάδοσης σε άλλα άτομα
Υπάρχουν διάφοροι τύποι εξετάσεων για τον HIV, συμπεριλαμβανομένων των ταχέων εξετάσεων (rapid tests) που παρέχουν αποτελέσματα μέσα σε λίγα λεπτά και των εργαστηριακών εξετάσεων που μπορεί να χρειαστούν μερικές ημέρες έως μερικές εβδομάδες για να παρέχουν αποτελέσματα. Οι ταχείες εξετάσεις είναι γενικά η προτιμώμενη επιλογή για τακτικό έλεγχο, επειδή είναι απλές, απαιτούν ελάχιστη εκπαίδευση και παρέχουν γρήγορα αποτελέσματα. Οι εργαστηριακές εξετάσεις είναι πιο ακριβείς και χρησιμοποιούνται συνήθως για επιβεβαιωτικές εξετάσεις σε περιπτώσεις όπου το αποτέλεσμα της ταχείας εξέτασης είναι θετικό.
Η εξέταση για τον HIV συνιστάται για όλους, αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντική για άτομα που ανήκουν σε κοινότητες που είναι δυσανάλογα βεβαρυμένες από την επιδημία HIV. Στην Ελλάδα οι πληθυσμοί που πλήττονται δυσανάλογα από την επιδημία του HIV είναι οι άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες, τα άτομα που κάνουν ενδοφλέβια χρήση ουσιών και άτομα τρίτων χωρών.
Για να προσδιοριστεί αν ένα άτομο έχει έρθει σε επαφή με τον HIV, χρησιμοποιούμε διαφορετικές προσεγγίσεις ανίχνευσης της παρουσίας του στο σώμα, λαμβάνοντας από το άτομο που θέλει να εξεταστεί δείγμα αίματος ή στοματικών υγρών (σάλιου).
Οι προσεγγίσεις αυτές είναι 3:
Ανίχνευση αντισωμάτων
Ανίχνευση αντιγόνου/αντισώματος
Ανίχνευση του RNA του ιού
Για κάθε μια απ’ αυτές τις προσεγγίσεις έχουν δημιουργηθεί αντίστοιχα τεστ, τα οποία μπορούμε να χωρίσουμε σε δυο κατηγορίες:
Εξετάσεις που γίνονται στο εργαστήριο
Ταχέα διαγνωστικά τεστ (rapid tests).
Οι εξετάσεις που γίνονται σε εργαστήριο χρησιμοποιούν δείγμα αίματος που έχει ληφθεί από φλέβα ενώ τα rapid test μπορεί να χρησιμοποιήσουν μια σταγόνα αίμα από το δάχτυλο του εξεταζόμενου ατόμου ή σάλιο.
Καμία από τις παραπάνω προσεγγίσεις ανίχνευσης και τεστ δεν είναι σε θέση να ανιχνεύσει τον HIV αμέσως.
💡Ένας βασικός λόγος για τον οποίο μια λοίμωξη δε μπορεί να ανιχνευθεί αμέσως είναι γιατί το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου χρειάζεται χρόνο για να ανταποκριθεί (να παράξει αντισώματα που θα είναι ανιχνεύσιμα) σε αυτή.
Ο χρόνος μεταξύ της έκθεσης στον ιό HIV και του χρόνου που το τεστ μπορεί να ανιχνεύσει τον ιό αναφέρεται ως περίοδος παραθύρου.